Ανάβεις τη δάδα, και τρέχεις προς τον βωμό. Τι μπορεί να πάει στραβά; Κι όμως, ο νόμος του Μέρφι έχει επανειλημμένως υποσκάψει το ολυμπιακό ιδεώδες με αλλόκοτα αποτελέσματα. Για του λόγου το αληθές, μπορεί κανείς να επικαλεσθεί διάφορες αυτόκλητες μορφές του Ολυμπισμού που ανά τέσσερα χρόνια συναγωνίζονται για το ποια θα γράψει την πιο σουρεαλιστική παράγραφο στα χρονικά της λαμπαδηδρομίας. Μεταξύ αυτών, ο Αυστραλός αγρότης που το 2000 ανέβασε τη δάδα στο... τρακτέρ του για να κάνει τη διαδρομή ή ο νεαρός λαμπαδηδρόμος που στα εδάφη της Ωκεανίας είδε τα... καγκουρό από μακριά και λοξοδρόμησε για να δει αν θα τρομάξουν απ’ τη φωτιά στη δάδα (!), αλλά και ο έτερος συμπατριώτης του, στον οποίο το ολυμπιακό σύμβολο κινητοποίησε ένστικτα... δασοπυροσβέστη: η ολυμπιακή Φλόγα περνούσε απ’ την πόλη Μακλίν της Νέας Νότιας Ουαλλίας, και καθώς ο λαμπαδηδρόμος τη μετέφερε περήφανος, ένας νεαρός πετάχτηκε απ’ το πλήθος κραδαίνων... πυροσβεστήρα, και τον ψέκασε με το γνωστό, λευκό αφρό! Μακράν πιο παράδοξη, βεβαίως, είναι η περίπτωση έτερου Αυστραλού, όστις έδρασε στην πόλη Φράνγκστον, λίγο έξω απ’ τη Μελβούρνη. Ο 19χρονος αυτός επετέθη στον ανυποψίαστο λαμπαδηδρόμο για να του... κλέψει τη Φλόγα! Παρότι ο δρομέας πέρασε τάχιστα απ’ το τζόκινγκ στο σπριντ, ο νεαρός τον έφθασε, του άρπαξε τη δάδα, και πρόλαβε να κάνει και μερικά βήματα στον δρόμο του Ολυμπισμού προτού πέσουν επάνω του οι σεκιούριτι και λήξει η μικρή αυτή παράσταση.
Αναψε τον βωμό με το φλεγόμενο χέρι του
Παρ’ όλα τα πάθη της Φλόγας του Σίδνεϊ, πάντως, η Φλόγα που φώτισε τους Ολυμπιακούς της Αθήνας πολύ θα τη ζήλευε κι ευχαρίστως θα αντήλλασσε θέση μαζί της. Διότι η τιμημένη Φλόγα του 2004 όταν έφθασε στο Λος Αντζελες υπέστη τα πάνδεινα: στο γήπεδο των Ντότζερς την υποδέχθηκαν οι Ελληνες ομογενείς, χορεύοντας καλαματιανό, με τον Βασίλη Καρρά να κρατά τον ρυθμό απ’ τα μεγάφωνα τραγουδώντας «Λέγε ό,τι θες, λέγε», ενώ λίγο νωρίτερα ο λαμπαδηδρόμος που τη μετέφερε έκανε αυτοβούλως μία στάση στη διαδρομή. Θεώρησε απαραίτητο, βλέπετε, να μπει μαζί της μέσα σ’ ένα γκαράζ – σούπερ μάρκετ και να το τιμήσει, θεωρώντας προφανώς πως η ολυμπιακή δάδα είναι ο πρόγονος της αναστάσιμης λαμπάδας: αν κάψεις μ’ αυτή το κατώφλι σου, θα σε φυλάει το Δωδεκάθεο μέχρι τους επόμενους Ολυμπιακούς!
Τηλε... παγίδα
Κι έτσι, φθάνουμε στην πλέον βασανισμένη δάδα – εκείνη του 1956. Εκείνη έζησε το μικρό της μαρτύριο στους χειμερινούς Αγώνες της Κορτίνα στην Ιταλία, όπου για πρώτη φορά η τελετή έναρξης θα είχε ζωντανή τηλεοπτική κάλυψη. Στα ασπρόμαυρα πλάνα βλέπει κανείς τον τελευταίο λαμπαδηδρόμο να μπαίνει στο στάδιο και να τρέχει προς τον βωμό. Δυστυχώς, γι’ αυτόν, για πρώτη φορά στην ιστορία των Αγώνων υπήρχε ένα εμπόδιο που δεν μπορούσε να υπολογίσει, αφού ποτέ άλλοτε δεν είχε εμφανισθεί: ήταν τα καλώδια των καμερών, που κάποιος παραγωγός - μποϊκοτέρ είχε απλώσει κάθετα στα κουλουάρ. Κι έτσι, σύσσωμο το κοινό του Ολυμπισμού είδε από τηλεοράσεως τον τελευταίο λαμπαδηδρόμο να σκοντάφτει στις μπαλαντέζες, και ομού μετά της δάδας να ξαπλώνεται φαρδύς - πλατύς εν μέσω Ολυμπιακού Σταδίου!
Και αυτός δεν ήταν ο μόνος λαμπαδηδρόμος που εκ των υστέρων μετάνιωσε τη στιγμή που έπιασε τη δάδα. Διότι εν έτει 1968, και πολύ πριν η ολυμπιακή δάδα φθάσει εκεί ψηλά στο Μεξικό που ο Μπομπ Μπίμον παραμόνευε να σπάσει κάθε προηγούμενο ρεκόρ στο μήκος, στα εδάφη της ημεδαπής ανέλαβε το τιμητικό καθήκον του τελευταίου λαμπαδηδρόμου ο πρωταθλητής του ακοντισμού Χρήστος Πιεράκος. Με το χέρι που κανονικά κρατούσε το ακόντιο, ο αθλητής ξεκίνησε περήφανος τη διαδρομή του, πλην η Φλόγα είχε σκοπό να επεκτείνει τις δραστηριότητές της πολύ πέρα απ’ τη δάδα – σύντομα το καύσιμο υγρό της ξεκίνησε τη δική του μικρή πορεία πάνω στο μπράτσο του άτυχου λαμπαδηδρόμου. Κι εκείνη ακριβώς τη στιγμή που το δεξί του χέρι ανέλαβε ρόλο πελεκουδίου, ο Χρήστος Πιεράκος αντελήφθη την τραγωδία του να είσαι ο τελευταίος της λαμπαδηδρομίας: κανείς δεν έρχεται να παραλάβει τη δάδα, διότι απλούστατα, πρέπει να φθάσεις, έστω και φλεγόμενος, ώς τον βωμό. Αντί να εκσφενδονίσει τη δάδα ως άλλο ακόντιο, ο Χρήστος Πιεράκος με υπεράνθρωπη προσπάθεια έφθασε τελικώς ώς τον βωμό, τον οποίο πρακτικώς άναψε με το φλεγόμενο χέρι του! Αυτή ακριβώς η επιμονή του, ήταν που του στοίχισε τη συμμετοχή στους αγώνες – διότι με έγκαυμα πρώτου βαθμού, πώς να πιάσεις ακόντιο;
Δις εξαμαρτείν
Ο ίδιος προφανώς, θα θεωρούσε πως δε μπορεί να του συμβεί τίποτε χειρότερο, αλλά αυτό ήταν επειδή δεν έτυχε ποτέ να γνωρίσει τον Αυστραλό Ρον Κλαρκ, τον παλιό πρωταθλητή μέσων αποστάσεων. Εκείνος πρώτη φορά έπιασε τη δάδα στη Μελβούρνη το 1956. Δεδομένου πως τότε, στα 19 του, ήταν απ’ τους πιο διάσημους δρομείς, οι διοργανωτές τού ζήτησαν να είναι αυτός που θα ανάψει τον βωμό ολοκληρώνοντας την Τελετή Αφής. Μόνο που όταν πήγε να το πράξει, διεπίστωσε πως αυτό που βιώνει, είναι η... Τελετή Αφής του χεριού του: το καυτό υγρό πλημμύρισε την παλάμη του, ο νεαρός Ρον αντί για τα συνηθισμένα του χιλιόμετρα δεν μπόρεσε να τρέξει ούτε εκατό μέτρα, και καθόλου δεν τον παρηγόρησαν οι τεχνικοί που εκ των υστέρων απολογήθηκαν λέγοντας ότι «φοβόμασταν μήπως και δεν ανάψει η δάδα, γι’ αυτό αυξήσαμε την παροχή φυσικού αερίου»! Κατόπιν αυτού, ο καμένος απ’ τη δάδα Ρον Κλαρκ είχε πολλές επιφυλάξεις όταν 34 χρόνια μετά έλαβε νέα πρόσκληση για να ανάψει στο Σίδνεϊ τον ολυμπιακό βωμό του 2000. Οι συμπατριώτες του τον καθησύχασαν επισημαίνοντας πως οι πιθανότητες να ξαναπάθει ατύχημα είναι απειροελάχιστες – αλλά η δάδα είχε διαφορετική γνώμη. Στην τελική πρόβα της τελετής το γνωστό, καυστικό και ανυπότακτο υγρό, ξεχύθηκε εκ νέου στα παλιά του λημέρια, δηλαδή στο μπράτσο, την παλάμη και τον καρπό του παλαίμαχου, πλέον, κυρίου Κλαρκ, που πέταξε το φλέγον σύμβολο του Ολυμπισμού στον αέρα φωνάζοντας «ε, όχι πάλι!».
Ο Γκατσιούδης και τα καπρίτσια της δάδας
Είναι προφανές, πως η δάδα έχει τη δική της βούληση, και σπανίως υποτάσσεται στις ανάγκες των εκάστοτε λαμπαδηδρόμων – εξ ου και άλλες φορές ανάβει περισσότερο απ’ όσο πρέπει, και άλλες δεν ανάβει καθόλου. Ο Κώστας Γκατσιούδης, ο πρώτος λαμπαδηδρόμος των Ολυμπιακών της Αθήνας, έχει πικράν πείρα τής εν λόγω επαναστατικής συμπεριφοράς. Εν έτει 2004, πλησίασε την πρωθιέρεια Θάλεια Προκοπίου και γονάτισε σεμνά μπροστά της. Εκείνη του άναψε τη δάδα, κι ύστερα έστρεψε την πλάτη της. Και τότε ακριβώς, η φλόγα έσβησε. Σείοντας απεγνωσμένα τη σβηστή του δάδα ο Κώστας Γκατσιούδης εξανάγκασε την ιέρεια σε μεταβολή. Με τη δική της παρέμβαση η Φλόγα ενεφανίσθη ξανά, και το ταξίδι προς την Αθήνα ξεκίνησε.... για να ξανασταματήσει στο Καλλιμάρμαρο! Με θριαμβικό ύφος, η κ. Γιάννα Αγγελοπούλου κρατούσε τη δάδα ομού μετά του Λάμπη Νικολάου, για να ανάψουν μαζί τον βωμό. Τα φλας άστραφταν, οι κάμερες έγραφαν, και η δάδα... έσβησε. Στα δευτερόλεπτα αμηχανίας που ακολούθησαν ο κ. Νικολάου κοιτάχθηκε με την κ. Αγγελοπούλου, κι ύστερα στωικά πήρε τη δάδα, πήγε μέχρι τον βωμό, και την ξανάναψε. Και ύστερα μάθαμε πως σε όλη τη διαδρομή της στην Πελοπόννησο η δάδα έσβηνε με τη συχνότητα των φαναριών στους αθηναϊκούς δρόμους εν μέσω απεργίας ΔΕΗ, εξ ου και οι διοργανωτές κρατούσαν ανταλλακτικές δάδες μέσα σε αυτοκίνητα και... λάμπες θυέλλης με ολυμπιακό φως για την έσχατη ανάγκη!
Πράγμα το οποίο μάλλον δεν είχε προβλεφθεί στους Ολυμπιακούς του Μόντρεαλ το 1976, εξ ου και προέκυψε η σουρεαλιστική ιστορία του κ. Πιερ Μπρουσάρ. Ο εν λόγω κύριος δεν ήταν αθλητής, αλλά εργάτης. Και καθότι στον Καναδά βρέχει το καλοκαίρι, ο κ. Μπρουσάρ ενώ έκανε εργασίες στο στάδιο είδε την μπόρα να σβήνει την Ολυμπιακή Φλόγα! Φοβούμενος πως θα τον κατηγορήσουν πως δεν προστάτευσε το σύμβολο του Ολυμπισμού και βλέποντας το φάσμα της ανεργίας να τον πλησιάζει επικίνδυνα, ο κ. Μπρουσάρ έκανε το απλούστερο των πραγμάτων: καθότι ετύγχανε καπνιστής, έβγαλε απ’ την τσέπη της σαλοπέτας του τον αναπτήρα, και κρυφά κρυφά ξανάναψε τον βωμό. Ατυχώς γι’ αυτόν, οι ολυμπιακές Ερινύες δεν άργησαν να τον βρουν. Συντετριμμένος απ’ τη μικρή του απάτη, ο νεαρός εργάτης εξομολογήθηκε την επομένη πως η Ιερή Φλόγα του βωμού ήταν προελεύσεως... bic. Τελικώς μια εφεδρική ολυμπιακή λυχνία έδωσε τη λύση. Κι έτσι μπόρεσε στη συνέχεια η Νάντια Κομανέτσι να εξασφαλίσει το στρογγυλό δεκάρι της φωτισμένη από την αληθινή Φλόγα του ολυμπισμού...
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
30 Μαρτίου 2008
ευτράπελα της λαμπαδηδρομίας
Posted by Το χρυσό ΠιΠι at 10:52
Labels: "εξυπνάδες", γελάσαμε και πάλι, χιουμοράκι
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Πω πω πωωωωω!!! Όλα αυτά έχουν συμβεί;; Ιδέα δεν είχα! Από τα πιο ωραία ποστς που έχεις ανεβάσει!
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαλησπέρα Χρυσό πιπί!